Τετάρτη 9 Ιουλίου 2014

ΕΝΑΠ: Αδύνατη η εφαρμογή του νομοσχεδίου για την επιλογή προϊσταμένων

Η Ένωση αποφοίτων της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (ΕΝΑΠ), καταθέτει τις θέσεις της σχετικά με το νομοσχέδιο για την επιλογή προϊσταμένων που συζητείται αυτή την εβδομάδα στη Βουλή. Επισημαίνει ότι το νομοσχέδιο αναδιατυπώνει διατάξεις που βρίσκονται σε ισχύ από το 2010, οι οποίες έχουν αξιολογηθεί κατά κανόνα ως θετικές, αλλά δεν έχουν εφαρμοστεί. Αντιβαίνοντας σε κάθε αρχή καλής νομοθέτησης, αντί να ενσκύψει το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης (ΥΔΙΜΗΔ) στα προβλήματα που οδήγησαν στην μη εφαρμογή του Νόμου 3839/2010 για την επιλογή προϊσταμένων και να μεριμνήσει για την υλοποίηση των διατάξεων αυτού, προχωρά στην εισαγωγή ενός ακόμα νομοθετήματος η εφαρμογή του οποίου παραπέμπεται εκ προοιμίου στις καλένδες, γιατί:
·Προβλέπεται ότι το ΕΚΔΔΑ θα εκπονήσει ειδικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα μέσω του οποίου θα πιστοποιούνται όλα τα μέλη των συμβουλίων συνέντευξης (ακόμα και τα πολυδιαφημισμένα «έμπειρα» στελέχη του ιδιωτικού τομέα!). Δεδομένου του χρόνου που απαιτείται για την εκπόνηση ενός τέτοιου προγράμματος και του χρόνου που θα απαιτηθεί για την πιστοποίηση των μελών των συμβουλίων συνέντευξης, ποιά η χρησιμότητα της εισαγωγής του σχεδίου νόμου στην παρούσα χρονική συγκυρία, δίχως την προηγούμενη διασφάλιση των προαπαιτούμενων για την εφαρμογή του;
·Το ΥΔΙΜΗΔ δεν έχει παρουσιάσει κανένα σχέδιο που να αποδεικνύει την ετοιμότητα του ΑΣΕΠ να αναλάβει την αξιολόγηση και επιλογή 36.211 προϊσταμένων μεταξύ 138.984 δυνητικών υποψηφίων.
·Απαιτείται για τη βασική του εφαρμογή η έκδοση 13 δευτερογενών ρυθμίσεων (Υπουργικών Αποφάσεων και Προεδρικών Διαταγμάτων)
·Το Νομοσχέδιο δημιουργεί 32 (κατ’ ελάχιστο) νέα όργανα και επιτροπές αξιολόγησης χωρίς αποσαφηνισμένες αρμοδιότητες. Άρα, για να λειτουργήσει το νέο σύστημα επιλογής προϊσταμένων θα πρέπει να εντοπισθούν, εκπαιδευθούν, πιστοποιηθούν και τοποθετηθούν στα όργανα τουλάχιστον 120 άτομα που θα τα στελεχώσουν.
·Οι «ιδιώτες – εμπειρογνώμονες» που διαφημίζει το ΥΔΙΜΗΔ ότι εντάσσει στη διαδικασία επιλογής προϊσταμένων, είναι μεταξύ άλλων «…συνταξιούχοι δικαστικοί ή συνταξιούχοι ανώτατοι δημόσιοι λειτουργοί ή δημόσιοι υπάλληλοι».  Η αντίφαση μεταξύ λόγων και έργων είναι εμφανής.
Αν παρόλα αυτά το νομοσχέδιο ψηφιστεί ως έχει και επιδιωχθεί η εφαρμογή του, η ΕΝΑΠ παρά τις εύλογες αμφιβολίες που εξέφρασε ήδη, καταθέτει συγκεκριμένες προτάσεις που θα καταστήσουν το νομοθέτημα στοιχειωδώς λειτουργικό:
    i. Θα πρέπει να απαλειφθεί ο περιορισμός για τους υπαλλήλους που έχουν τεθεί σε καθεστώς διαθεσιμότητας, έτσι ώστε να μπορούν να επιλεγούν για την κατάληψη θέσεων ευθύνης, μιας και η  κατάσταση αυτή δεν οφείλεται σε δική τους υπαιτιότητα.
  ii.  Θα πρέπει να προβλεφθεί ρητά, ότι οι απόφοιτοι της ΕΣΔΔΑ έχουν τη δυνατότητα να είναι υποψήφιοι για οποιαδήποτε θέση ευθύνης, ανεξαρτήτως του τίτλου σπουδών που κατέχουν και του κλάδου, στον οποίο υπηρετούν σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση.
iii. Η επιλογή προϊστάμενων θα πρέπει να έρχεται ως συνέχεια ενός ολοκληρωμένου συστήματος ανάπτυξης του ανθρώπινου κεφαλαίου της διοίκησης. Δεν είναι δυνατό να κρίνεται κάποιος ως άξιος manager ούτε με μόνο κριτήριο τα χρόνια που έχει δουλέψει, αλλά φυσικά ούτε και μόνη την απόδοσή του σε μία στιγμή της καριέρας του, την στιγμή της συνέντευξης. Σύμφωνα με το παραπάνω θα πρέπει να σταθμίζονται και τα τυπικά προσόντα των υποψηφίων (μεταπτυχιακά, διδακτορικά, αποφοίτηση από την ΕΣΔΔΑ κ.λπ.).
iv.  Η ΕΝΑΠ τάσσεται υπέρ της παραμονής των προϊσταμένων που έχουν επιλεγεί αξιοκρατικά, ιδιαίτερα δε εκείνων οι οποίοι επελέγησαν δυνάμει των διατάξεων του ν. 3839/2010, μέχρι την εφαρμογή των νέων διατάξεων και να απαλειφθούν όλες οι εναλλακτικές προτάσεις και τα «ψιλά γράμματα».
Εντύπωση προκαλεί, επίσης, η ποιότητα του νομοθετείν: το άρθρο 1 του σχεδίου νόμου εκτείνεται σε περισσότερες από 14 σελίδες, στις οποίες τροποποιούνται άρθρα προηγούμενου νόμου, αριθμούνται παράγραφοι και υποπαράγραφοι χωρίς να ακολουθείται ένας συνεχής και συνεκτικός τρόπος αρίθμησης καθιστώντας την πλοήγηση του αναγνώστη στο κείμενο του νομοθετήματος εξαιρετικά δυσχερή. Αντίστοιχη εικόνα παρουσιάζουν και τα επόμενα άρθρα.
Καταλήγοντας, επισημαίνουμε ότι μόνο η δημιουργία αίσθησης του ανήκειν στον δημόσιο υπάλληλο μπορεί να τον οδηγήσει στην αναζήτηση και τον εντοπισμό προσωπικού νοήματος σ΄ αυτό που κάνει. Κι αυτό επιτυγχάνεται με τη συμμετοχικότητα, τη διαφάνεια και τις ειλικρινείς προθέσεις και πράξεις τόσο από την πλευρά την πολιτικής ηγεσίας όσο και από την πλευρά των υπαλλήλων. Η κατάθεση ενός τέτοιου «συμβολικού» νόμου στη Βουλή, ο οποίος είναι έτσι γραμμένος έτσι ώστε η εφαρμογή του να καθίσταται αδύνατη, ακυρώνει την όποια προσπάθεια εγκαθίδρυσης σχέσης εμπιστοσύνης μεταξύ της δημοσιοϋπαλληλίας και της πολιτικής ηγεσίας, ειδικά στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή των διαθεσιμοτήτων και λοιπών μέτρων.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου